Τετάρτη 23 Νοεμβρίου 2011

ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΟΥ ΚΗΡΥΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ Α΄ ΠΕΡΙΟΔΟΥ ΤΩΝ ΕΣΠΕΡΙΝΩΝ ΚΗΡΥΚΤΙΚΩΝΣΥΝΑΞΕΩΝ


                                             ΕΣΠΕΡΙΝΕΣ ΚΗΡΥΚΤΙΚΕΣ ΣΥΝΑΞΕΙΣ
ΜΕ ΘΕΜΑ ΤΗΝ ΛΑΤΡΕΙΑ


ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΕΥΧΕΛΑΙΟΥ






Το μυστήριο του Ιερού Ευχελαίου απαντάται στην ιστορία με τα εξής ονόματα:
Α) ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΛΑΙΟΥ
Β) ΑΓΙΟ ΕΥΧΕΛΑΙΟ
Γ) ΤΟ ΕΠΤΑΠΑΠΑΔΟΝ
Ως ο συγγραφέας του μυστηρίου, αποδίδεται στον Άγιο Ιάκωβο τον αδελφό του Κυρίου, βάση της επιστολής του 5,14-15 : ασθενεί τις εν υμίν ; Προσκαλεσάσθω τους πρεσβυτέρους τις εκκλησίας … αφεθήσεται αυτώ.  
Άρα διαπιστώνουμε τα εξής δυο βασικά για το μυστήριο :
1ον Ο τρόπος αλείψεως των ασθενών δια ελαίου είναι μια πράξη που την δίδαξε ο Χριστός
2ον Το αποτέλεσμα του Ευχελαίου είναι συνάρτηση δυο παραγόντων :
α) Της πίστεως που συνοδεύεται από προσευχή του ιδίου του πάσχοντος
β) της ταπείνωσης που απορρέει από το μυστήριο της εξομολογήσεως.

Άλλες δυο αγιογραφικές πηγές του μυστηρίου είναι στο κατά Μάρκον ευαγγέλιο Μαρκ. 6,12-13 και ‘’ η παραβολή του καλού Σαμαρείτη ’’.

Μια σύντομη ιστορική εξέλιξη του μυστηρίου είναι η εξής :
·        3ος αι. Αποστολικές Διαταγές ορίζουν την τέλεση του μυστηρίου από τον Επίσκοπο όπου δεν έχει ξεκαθαριστεί ακόμη καλά εάν αγιάζει το ‘’ ύδωρ’’ ή το ‘ ’έλαιον ΄΄ , πράγμα που φαίνεται στην καθαγιαστική ευχή.
·        5ος αι.- 6ος αι. γράφονται οι πρώτες μεμονωμένες ευχές για το ευχέλαιο.
·        8ος αι. – 10ος αι. αποκτά μια υποτυπώδη σύσταση τελετουργικού περιεχομένου που τείνει να ενωθεί με την Θεία Λειτουργία.
·        11ος  αι. – 13ος αι. συνδέεται με την Θεία Λειτουργία με ευχές και Προσκομιδή με επτά (7) πρόσφορα και με χρήση του ασθενούς μετά την οπισθάμβωνο ευχή στην οικία του και λήξη της Θείας Λειτουργίας εκεί. Αυτό γίνεται επτά (7) φορές, με επτά ξεχωριστές Θείες Λειτουργίες και χρήσεις στο τέλος κάθε λειτουργίας σε επτά ξεχωριστούς Ιερούς Ναούς (όχι πάντοτε ). Επίσης διαμορφώνεται ακολουθία με Ειδικό Εσπερινό και Ειδικό Όρθρο.
·        14ος αι. – 15ος αι. Αποσύνδεση του από την Θεία Λειτουργία ως πρακτικά αδύνατο να τελεσθεί από επτά (7) ιερείς επτά (7) φορές σε επτά (7) ναούς για επτά (7) ημέρες.
·        Σήμερα τελείτε συνήθως με ειδικό όρθρο, αλλά δυστυχώς η ακολουθία του παραμένει ακόμη ρευστή.
Το μυστήριο του Ιερού Ευχελαίου δεν αντικαθιστά το μυστήριο της μετανοίας, εξυπακούεται όμως ότι προηγείται όταν αυτό είναι δυνατό. Όσοι παρευρίσκονται θα πρέπει να εξομολογούνται ως βαπτισμένοι ορθόδοξοι χριστιανοί, να μετέχουν στο μυστήριο με πίστη, ότι για αυτούς θα είναι μέσω θεϊκής ενισχύσεως στο έργο τους, τόσο το πνευματικό, όσο και το κοινωνικό. Αυτό σημαίνει ότι αυτός που θα καλέσει τον ιερέα μεν, αλλά και τους οικείους του δε, θα προσευχηθούν, και όχι ότι θα στήσουν ένα είδος δεξίωσης με δευτερεύοντα λόγο το μυστήριο του ευχελαίου.
Ο Άγιος Συμεών Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης ορίζει τους εξής βασικούς λόγους τελέσεως του ευχελαίου :
1)   Περίπτωση ασθένειας σωματικής και ψυχικής
2)   Περίπτωση που κάποιος επιθυμεί να προσέλθει στα άχραντα μυστήρια
3)   Περίπτωση που κάποιος έχει κανόνα από τον πνευματικό

Το μυστήριο του ευχελαίου τελείται :
α) Την Μεγάλη Τετάρτη ενώ στην Ρωσία την Μεγάλη Πέμπτη
β) Ανεξάρτητα την ημέρα η την ώρα ( πρωί ή βράδυ ), από Ορθόδοξο Επίσκοπο της Κανονικής Εκκλησίας ή από Ορθόδοξο Πρεσβύτερο της Κανονικής Εκκλησίας από έναν ή και περισσότερους.
Τα σημεία χρήσεως είναι : 1ο στο μέτωπο, 2ο στο πηγούνι, 3ο στα μάγουλα, 4ο στα χέρια, και 5ο εάν είναι δυνατόν στο σημείο της ασθένειας π.χ. πόδι
Τέλος τα αβάπτιστα νήπια, οι γυναίκες που έχουν τα έμμηνα, αυτοί που έχουν κάποιο σοβαρό επιτίμιο π.χ. ακοινωνησία, και γενικά όλοι οι αλλόδοξοι και αλλόθρησκοι δεν μετέχουν ούτε καν παρίστανται στο μυστήριο.
Για να ξεκαθαρίσουμε λίγο το τοπίο να πούμε ότι το Ευχέλαιο ΔΕΝ το κάνουμε:
Α) για να μας πάνε καλά τα πράγματα
Β) γιατί έχουμε αναποδιές
Γ) για το καλό
Δ) γιατί είναι ένας ακόμα λόγος να μαζευτούμε και να καλέσουμε κόσμο, να φάμε και να πιούμε (μετά την τέλεση του -αφού έτσι «βγάλαμε» την «υποχρέωση» και άρα είμαστε εντάξει)
Ε) για κοινωνικούς λόγους
Στ) γιατί έκανε και ο γείτονας
Ζ) γενικά γιατί έχουμε κάτι σημαντικό (εξετάσεις στο σχολείο, ταξίδι, αγώνα κλπ)
Η) για να κοινωνήσουμε χωρίς να εξομολογηθούμε, αφού ούτως ή άλλως συγχωρητική ευχή διαβάζει ο Ιερέας.


ΧΡΗΣΙΜΕΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΕΛΕΣΗ
1)   Ευτρεπίζουμε γενικά το σπίτι μας και ιδιαίτερα τον χώρο που θα τελεσθεί το μυστήριο. Σε ένα τραπέζι στρώνουμε ένα λευκό τραπεζομάντηλο, και τοποθετούμε τα εξής : την κανδήλα με καθαρό ελαιόλαδο και όχι άλλο είδος λαδιού, με μια καντηλήθρα, το θυμιατό, μια εικόνα του Χριστού, μια εικόνα της Παναγίας και όποιου άλλου Αγίου θέλουμε.
2)   Ένα μπολ με αλεύρι σίτου με επτά (7) κεριά μόνον εάν ζυμώνουμε πρόσφορο με την διαδικασία που απαιτείται, εάν όχι, ένα ή δυο απλά κεριά σε μέγεθος λαμπάδας αγίας τραπέζης, σε κηροπήγια χωρίς ιδιαίτερα σχέδια.
3)   Βατονέτες για την χρήση και μετά οπωσδήποτε να καούν και όχι να πεταχτούν στα σκουπίδια, εκτός και αν ο ιερέας έχει δική του χρηαλίδα.
4)   Το λάδι του Αγίου Ευχελαίου που θα περισσέψει να καεί στην κανδήλα όλο και μετά να πλυθεί η κανδήλα σε μια ρίζα δένδρου που δεν πλησιάζουν ζώα .
5)   Εάν θέλουμε να δώσουμε σε κάποιον  από το λάδι του ευχελαίου πρέπει να βεβαιωθούμε τα εξής :
1ον  Ότι είναι Ορθόδοξος βαπτισμένος Χριστιανός της Κανονικής Εκκλησίας και δεν έχει κάποιο επιτίμιο.
2ον Ότι έχει ανάγκη για χρίση του με το άγιον έλαιον   
6)   Καλό είναι όταν θέλουμε να δώσουμε λάδι ευχελαίου, να χρησιμοποιούμε βαμβάκι που θα τυλιχθεί με αλουμινόχαρτο ή νάιλον σακουλάκι. Το βαμβάκι και το τύλιγμα του δεν το πετάμε στα σκουπίδια, αλλά τα καίμε και την στάχτη τους την ρίχνουμε σε ρίζα δένδρου που δεν πλησιάζουν ζώα.
7)   Ωφέλιμο θα ήταν να ζητήσουμε πριν από τον ιερέα που θα μας τελέσει το μυστήριο να κάνει ένα κήρυγμα σύντομο.
8)   Για το ‘’ καλό ΄΄ κάνουμε ΑΓΙΑΣΜΟ




  
    


Κυριακή 20 Νοεμβρίου 2011

Συμβουλές για τη νηστεία



Ως προς τη διατροφή, ας είναι αρχή σας να σηκώνεστε από το τραπέζι μισοχορτάτος. Έτσι η κακιά δούλα, η σάρκα, θα νιώσει ότι έχει από πάνω της έναν εξουσιαστή.
Όσο για το κρασί, πολύ καλά κάνατε και το κόψατε. Έτσι θα είστε πάντα νηφάλιος, με ξεθόλωτο νου και δραστήριο σώμα. Μεγάλη υπόθεση!
Νηστεία για μεγάλους και παιδιά
Η νηστεία της Τετάρτης και της Παρασκευής και οι υπόλοιπες «διατεταγμένες» νηστείες του εκκλησιαστικού έτους είναι αρκετές. Δεν υπάρχει λόγος να προσθέσετε σ’ αυτές άλλη μια μέρα την εβδομάδα. Ρίξτε καλύτερα μεγαλύτερο βάρος στον πνευματικό αγώνα εναντίον των πονηρών λογισμών και των εμπαθών αισθημάτων.
Ως προς το σώμα, φτάνει να το κρατάτε υπό τον έλεγχο σας με μια διακριτική εγκράτεια σε όλα.
Τα παιδιά, όταν είναι άρρωστα η ασθενικά, ας μη νηστεύουν. Όταν όμως είναι υγιή, γιατί όχι; Αν δεν συνηθίσουν να νηστεύουν από μικρά, ούτε όταν μεγαλώσουν θα τηρούν τις νηστείες της Εκκλησίας μας.
Με ρωτάτε, αν μπορεί να πιει γάλα κάποιος άρρωστος σε καιρό νηστείας. Όχι μόνο γάλα, μα και άλλες καταλύσιμες τροφές μπορεί να γευθεί, εφόσον αυτό απαιτεί η κατάσταση της υγείας του.
Η ωφέλεια μας από τις νηστείες της Εκκλησίας
Με την ευκαιρία της ενάρξεως της ψυχοσωτήριας νηστείας, σας εύχομαι καλή Σαρακοστή. Θείο δώρο είναι η ευλογημένη αυτή περίοδος. Οι άγιοι πατέρες, με το φωτισμό του Άγιου Πνεύματος, θέσπισαν ορισμένες μόνο ήμερες και περιόδους νηστείας. Βλέπετε, λόγω της ανθρώπινης αδυναμίας μας, δεν μπορούμε να νηστεύουμε όλο το χρόνο, όπως φυσικά θα κάναμε, αν είχαμε απελευθερωθεί ολότελα από τα υλικά, αν ανήκαμε αποκλειστικά στο Θεό, αν ήμασταν πνευματικοί και όχι σαρκικοί. Αυτός ακριβώς, όμως, είναι ο στόχος των νηστειών της Εκκλησίας: Να γίνουμε πνευματικοί. Γιατί με τη νηστεία ταπεινώνεται η σάρκα, και μαζί της η καρδιά, και νεκρώνονται σταδιακά όλα τα πάθη. Καταλαβαίνετε, λοιπόν, πόσο μεγάλη είναι η ωφέλεια της.
(Οσίου Θεοφάνους του Εγκλείστου, Χειραγωγία στην πνευματική ζωή, Ι. Μ. Παρακλήτου, Εκδ. ε΄, σ. 165-167).

Παρασκευή 18 Νοεμβρίου 2011

Το άγιο Νήπιο και ο άγιος Ρωμανός

Οι άγιοι Πλάτων, Ρωμανός, Βαρουλάς (το όνομα του Νηπίου, σύμφωνα με μια ρωσική παράδοση), Ζακχαίος και Αλφαίος. Από το μηνολόγιο του Νοεμβρίου.
Εορτάζουν 18 Νοεμβρίου

«Εκ στόματος νηπίων και θηλαζόντων κατηρτίσω αίνον» (Ματθ. ΚΑ’ 16) λέγει ο Ψαλμωδός. Και αυτός ο αίνος δεν είναι φανταστικός, ούτε ρητορικό σχήμα, αλλά μια μεγαλειώδης και ένδοξη πραγματικότητα, με αληθινά νήπια ευλογημένα, που ομολόγησαν και εμαρτύρησαν και θυσιάστηκαν για τον Χριστό. Ναι, νήπια και μικρά παιδιά, που φωνάζουν και διαλαλούν την πίστι τους μέσα στους αιώνες και τραγουδούν αγγελικά το όνομα του Ιησού Χριστού! Πολλά είναι τα νήπια, που ανέβηκαν στον υψηλότατον βωμό του Μαρτυρίου. Από τις 14.000 νήπια, που κατέσφαξε ο αιμοσταγής Ηρώδης ο θηριόψυχος, έως τον τριετή Κήρυκο και ως τα «μειράκια» των νεομαρτύρων. Ένα από αυτά τα Άγια Νήπια γιορτάζει και η Εκκλησία μας, μαζί με τον Άγιο Ρωμανό και τον Άγιο Παιδομάρτυρα Πλάτωνα, στις 18 Μοεμβρίου. Μένει ανώνυμο στα Συναξάρια το Άγιο αυτό Νήπιο και άγνωστο το όνομά του σε μάς σήμερα. Είναι όμως γνωστό και ένδοξο στην Βασιλεία του Θεού.
Το Συναξάρι του Αγίου Νηπίου, που είναι συνδεδεμένο με το Συναξάρι του Αγίου Ρωμανού, αναφέρει τους εξής δύο στίχους:
«Κόλπους Αβραάμ νήπιον λαχόν ξίφει τοις Βηθλεέμ σύνεδρον ώφθη νηπίοις».
Και στην σημερινή γλώσσα σημαίνει ότι το «νήπιον με τον αποκεφαλισμό του δια ξίφους επέτυχε να πάη στους κόλπους του Αβραάμ (μεταφορική παρομοίωσι του Παραδείσου) και να εχη συντροφιά τα νήπια της Βηθλεέμ». Οι δύο – τρεις στίχοι, που προτάσσονται πάντοτε σε κάθε Συναξάρι των Αγίων και των Μαρτύρων της Εκκλησίας, είναι σαν ένα είδος ταυτότητος, μιας ατομικής καταγραφής της κάθε περιπτώσεως και περιέχει πολύ συνοπτικά, σχεδόν επιγραμματικά το όνομα, το μαρτύριο, τον τύπο, την ιδιότητα και την ήμερα της θυσίας του Μάρτυρος, θα μπορούσαμε να πούμε ότι μοιάζουν σαν τις επιγραφές, που βάζουν σήμερα πάνω στους επιτάφιους σταυρούς των Χριστιανών, με το όνομα, την πατρίδα, την ιδιότητα και την χρονολογία γεννήσεως και θανάτου του αποβιώσαντος. Γι’ αυτό και υπάρχουν πολλά τέτοια μεμονωμένα περιστατικά στα Συναξάρια, όπου μνημονεύονται οι Άγιοι και οι Μάρτυρες, χωρίς υπόμνημα (βιογραφία) και μόνο με τους αρχικούς στίχους, που διασώθηκαν από την θυελλώδη εκείνη περίοδο των διωγμών, κατά την οποία δεν υπήρχαν οι δυνατότητες και οι προϋποθέσεις να γίνωνται γνωστά όλα τα στοιχεία και να καταγράφωνται με πληρότητα. Οι Χριστιανοί ήταν συνεχώς διωκόμενοι και η Εκκλησία κρυμμένη από τα μάτια της κοσμικής εξουσίας, έτσι, που πολλές φορές μετακόμιζαν από πόλι σε πόλι και πολλά στοιχεία και βιβλία και πληροφορίες χάνονταν, καίγονταν ή καταστρέφονταν από την αναστάτωσι, τις μετακινήσεις, τους διωγμούς, τις καταστροφές και τις πυρκαγιές. Γι’ αυτό και πρέπει να ευγνωμονούμε όλους εκείνους, που βοήθησαν, κουράστηκαν και κινδύνευσαν για να διασωθούν ως τις μέρες μας, όλα τα σπουδαία στοιχεία, που έχουμε από την μεγάλη και ηρωική εκείνη εποχή, την πιο βάρβαρη σε αγριότητα, αλλά και την πιο υψηλή και ένδοξη μέσα στην παγκόσμια ιστορία. Είναι η πιο κορυφαία στιγμή του ιστορικού ανθρώπου, στην προσπάθειά του να ξαναγυρίση κοντά στον Δημιουργό του και να απάντηση στο μέγα κάλεσμα της αγάπης του Θεού.
Ας επιστρέψουμε όμως στην ιστορία του Αγίου Νηπίου και του Αγίου Ρωμανού, που ζούσαν την εποχή του βασιλέως της Ρώμης Μαξιμιανού, το 286 – 304 μ.Χ. Ο Ρωμανός ήταν διάκονος στην Καισάρεια της Παλαιστίνης και αργότερα πήγε στην Αντιόχεια. (Στο σημείο αυτό πρέπει να πούμε ότι οι Συναξαριστές μιλούν για δύο συνωνύυμους Αγίους την ίδια μέρα, με το όνομα Ρωμανός, μέσα στην ίδια περιοχή σχεδόν και με το ίδιο μαρτύριο, που γιορτάζονται την ίδια μέρα. Η μόνη διαφορά τους είναι το επεισόδιο με το νήπιο. Πιθανόν να πρόκειται για δύο ξεχωριστούς Αγίους, αλλά εξ ίσου πιθανόν είναι να πρόκειται για ένα και το ίδιο πρόσωπο, που όμως παραδόθηκε από δύο διαφορετικές πηγές).
Μιαν ημέρα, που ο Έπαρχος Ασκληπιάδης έμπαινε στο ναό των ειδώλων, ο διάκονος Ρωμανός, που είχε αγωνιστικότατον φρόνημα, δεν δίστασε να ελέγξη τολμηρά και δημόσια τον άρχοντα και τού είπε:
- Δεν είναι θεοί τα είδωλά σας, οι δε Χριστιανοί υπερέχουν σε ευσέβεια, γιατί λατρεύουν τον αληθινό Θεό. Αυτό το μαρτυρούν ακόμα και τα μικρά παιδιά.
Και για να επιβεβαιώση τα λόγια του εζήτησε την μαρτυρία ενός μικρού παιδιού, γύρω στα πέντε του χρόνια, που το κρατούσε η μητέρα του στην αγκαλιά. Το πήρε λοιπόν ένας από τους στρατιώτες, που ακολουθούσαν τον Έπαρχο και το πλησίασαν κοντά του και ο Ασκληπιάδης ερώτησε το νήπιον:
- Ποίον δει σέβειν Θεόν; (Ποιόν Θεόν πρέπει να σεβώμεθα;).
- Τον Χριστόν, απήντησε το μικρό παιδί.
Οργισμένος και ντροπιασμένος ο Έπαρχος χτύπησε στο πρόσωπο το νήπιο και διέταξε να κόψουν την γλώσσα του Αγίου Ρωμανού. Οι δήμιοι εξετέλεσαν αμέσως την διαταγή του Επάρχου, αλλά ο Μάρτυς και με κομμένη την γλώσσα συνέχισε να μιλά θαυματουργικά με κανονική φωνή και δόξαζε τον Θεό και το άπειρο έλεός του. Το νήπιο, που το ξαναχτυπούν οι στρατιώτες και διψά, ζητά λίγο νερό. Η μητέρα του όμως, η οποία βρίσκεται κοντά του, του φωνάζει:
- Μη πιής, παιδί μου, από το νερό των ειδωλολατρών. Να κάνης υπομονή και να πιής το νερό, που θα σου δώση ο ίδιος ο Χριστός.
Το νήπιο, που τόσο θαρρετά ωμολόγησε την πίστι του στον Χριστό, θα αποκεφαλισθή από κάποιον στρατιώτη, κατά διαταγή του Επάρχου, ενώ ο Ρωμανός θα κλεισθή στην φυλακή, όπου και θα συνεχισθούν οι ξυλοδαρμοί και τα μαρτύρια. Το γεγονός της γενναίας και δημοσίας ομολογίας του θα το μάθη ο αυτοκράτορας Μαξιμιανός, καθώς και το παράδοξο θαύμα, να μιλά δηλαδή ο Μάρτυρας και με κομμένη την γλώσσα, πράγμα φυσικώς αδύνατο, αντί νσ θαυμάση και νσ σκεφθή την δύναμι του Θεού του ζώντος, αγριεύει και δίνει αυστηρή διαταγή νσ θανατωθή και ο Ρωμανός στην φυλακή με απαγχονισμό. Η διαταγή του αυτοκράτορος, που φοβάται μη γνωσθή ευρύτερα το γεγονός και οι Χριστιανοί πάρουν θάρρος και αρχίζουν να ελέγχουν δημοσίως τους τυράννους των, εκτελείται αμέσως. Ο απαγχονισμός του Αγίου έγινε μέσα στην φυλακή και ο πιστός Ρωμανός έλαβε τον στέφανον της μαρτυρικής θυσίας του. Οι δύο στίχοι του Συναξαριού του αναφέρουν χαρακτηριστικά:
«Ρωμαλέος ην Ρωμανός προς βασάνους
ρώμη κρατυνθείς παντοδυνάμου Λόγου».
Και σε σημερινή μετάφρασι:
«Γενναίος εστάθηκε στα βάσανα ο Ρωμανός
αφού δυναμώθηκε με την δύναμι του παντοδυνάμου Λόγου».
Η θυσία της πρόσκαιρης και μάταιης ζωής αυτού του κόσμου όμως τον ανέβασε στα υψη της ουράνιας δόξας και της αιωνίας ευτυχίας στην Βασιλεία των Ουρανών, όπου βρίσκεται τώρα. Γι’ αυτό και ταιριάζει να κλείσουμε τις λίγες αυτές γραμμές, με το θαυμάσιο Κοντάκιόν του, που ψάλλεται κάθε χρόνο στην γιορτή του, σε ήχο Δ’ (Προσόμοιον: «Επεφάνης σήμερον»):
«Ως αστέρα μέγιστον, η Εκκλησία,
Ρωμανέ πανεύφημε,
σε κεκτημένη αληθώς,
φωταγωγείται τοις άθλοις σου,
την φωτοφόρον δοξάζουσα μνήμην σου».
Πηγή: Π. Μ. Σωτήρχου, Παιδομάρτυρες, σελ. 81-86

Τρίτη 15 Νοεμβρίου 2011

Ὁ μοναχός μέ τό ἰαματικό χάρισμα


Θεωρούμε κατάλληλη τη στιγμή, χάριν νουθεσίας, να παραθέσουμε τη διήγηση για κάποιο μοναχό ό όποιος υπέταξε το δικό του θέλημα στο θέλημα τού Θεού και απόλαυσε μεγάλη ειρήνη στην ψυχή του, λαμβάνοντας από τον Θεό το ιαματικό χάρισμα. Πολλοί ασθενείς γίνονταν καλά μόνο με το άγγιγμα τού ενδύματος του. Παντού συναντούσε μεγάλο σεβασμό για το πρόσωπο του.
Μεταξύ αυτών, οι αδελφοί της μονής εκπλήττονταν πολύ με όσα γίνονταν από το συμμοναστή τους, επειδή δεν παρατηρούσαν σ' αυτόν κανένα ιδιαίτερα εξέχον ασκητικό αγώνισμα, ούτε αυστηρή νηστεία, ούτε υπερβολικούς κόπους, ούτε κάτι άλλο.
Ζούσε όπως όλοι οι άλλοι.
Ένα μόνο πράγμα κρατούσε με αυστηρότητα. Όλα όσα τού συνέβαιναν τα δεχόταν πρόθυμα και ευχαριστούσε γι' αυτά τον Θεό. Ένα τον διέκρινε: Είχε παραδοθεί ολοκληρωτικά στο θέλημα τού Θεού.
Κάποτε πού ό μοναχός αυτός θεράπευσε κάποιους άρρωστους χωρίς κανένα ιατρικό μέσο διά της ζώσης εν αύτω χάριτος και δυνάμεως, ό προεστώς τού κοινοβίου τον ρώτησε ποιά ήταν ή αιτία της θεραπείας, γιατί οι προσερχόμενοι σ' αυτόν λαμβάνουν την ίαση.
- Και εγώ ό ίδιος εκπλήττομαι πού μπορώ να τούς δίνω την υγεία τους, απάντησε ό μοναχός. Ντρέπομαι πού τα ενδύματα μου έχουν ιαματική δύναμη, γιατί εγώ ούτε με τη νηστεία, ούτε με άλλα ασκητικά, μοναστικά αγωνίσματα, αξιώθηκα να λάβω τέτοιο δώρο από τον Θεό.
- Αυτό είναι αλήθεια, είπε ό προεστώς. Εμείς βλέπουμε ότι είσαι ένας συνηθισμένος άνθρωπος και σε σένα δεν υπάρχει τίποτα πού να σε ξεχωρίζει από την τάξη των υπολοίπων πατέρων.
Ό προεστώς της μονής αποφάσισε πάση θυσία να αποκαλύψει την πραγματική αιτία του ζωντανού ιαματικού χαρίσματος πού είχε ό μοναχός. Έκανε μακρές συζητήσεις μαζί του, προσπαθώντας να μάθει όλα τα καλά στοιχεία του και να ξεσκεπάσει το μυστικό της καρδιάς του. Στα ερωτήματα τού ηγουμένου ό μακάριος μοναχός είπε:
- Θυμήθηκα κάτι σχετικό με το έλεος πού μού δόθηκε από τον Θεό: Εγώ σταθερά, σε όλα συντονίζω το θέλημά μου με το Θείο θέλημα. Ποτέ και τίποτα δεν φέρνω στην σκέψη μου πού θα εναντιωνόταν στο θέλημα τού Θεού. Ποτέ δεν τρομάζω μπροστά σε απρόβλεπτα γεγονότα, τα οποία θα μπορούσαν να κλονίσουν το νου μου και να εξασθενίσουν την καρδιά μου.
Ποτέ και για τίποτε δεν παραπονέθηκα στους άλλους ούτε τους φανέρωσα τη θλίψη μου. Το ίδιο, και όσα ευτυχή συμβάντα λάχουν στην ζωή μου, δεν με ευχαριστούν σε τέτοιο βαθμό πού να ευθυμώ περισσότερο από ό,τι τον υπόλοιπο καιρό. Όλα τα δέχομαι εξίσου, σαν σταλμένα από το χέρι τού Θεού, τόσο τα ευχάριστα όσο και τα δυσάρεστα για μένα.
Δεν προσεύχομαι στον Θεό για να πραγματοποιηθούν όλα σύμφωνα με την επιθυμία μου, άλλα θέλω σε όλα να γίνεται το άγιο θέλημά Του. Μ' αυτόν τον τρόπο τίποτε δεν με ευχαριστεί ιδιαίτερα, τίποτε δεν με συντρίβει και δεν με συγχύζει και τίποτε δεν με κάνει ευτυχισμένο, όπως μόνο αυτό το ίδιο το θέλημα τού Θεού. Γι' αυτό σε όλες μου τις προσευχές για ένα μόνο παρακαλώ τον Θεό: Να γίνεται πάντοτε και ολοκληρωτικά σε μένα και σε όλα τα πλάσματά Του το Θείο θέλημα.
Ό ηγούμενος τού κοινοβίου παρά πολύ θαύμασε τα λόγια τού μοναχού και απευθυνόμενος σ' αυτόν τον ρώτησε:
- Αγαπημένε μου αδελφέ! Πες μου τί αισθάνθηκες χθες την ώρα πού συνέβη πυρκαγιά στο μοναστήρι μας; Στ' αλήθεια δεν λυπήθηκες μαζί με όλους τους άλλους, όταν ό κακός άνθρωπος έβαλε φωτιά στα μοναστηριακά οικοδομήματα και κάηκε πολύ από το σιτάρι μας;
- Δεν θα κρύψω, απάντησε ό μοναχός, ότι όλη αυτή ή ζημιά του μοναστηριού δεν μού προκάλεσε την παραμικρή θλίψη, επειδή έχω τη συνήθεια για όλα, και για τα θλιβερά και για τα ευχάριστα, να ευχαριστώ τον Θεό και ήσυχα να δέχομαι και τούτο και το άλλο. Είμαι πεπεισμένος ότι αυτό πού συνέβη σε μας, συνέβη σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, ό Οποίος κατευθύνει τα πάντα προς ψυχική ωφέλεια.
Γι' αυτό ακριβώς δεν μεριμνώ και δεν σκέπτομαι τίποτε σχετικά μ' αυτό. Λίγο ή πολύ εμείς έχουμε το ψωμί μας και τα υπόλοιπα για τη διατροφή μας, γιατί πιστεύω δυνατά ότι ό Θεός μπορεί καθέναν από εμάς να τον χορτάσει τόσο με ένα ψίχουλο όσο και με ένα ολόκληρο ψωμί. Έτσι λοιπόν εγώ ήρεμα, χωρίς καμιά σύγχυση, περνώ τη ζωή μου.
Κατάπληκτος από τα λόγια τού μοναχού ό ηγούμενος για πολύ ακόμη καιρό συζητούσε μαζί του, προσπαθώντας να αναγκάσει τον αδελφό πιο καθαρά ακόμη να παρουσιάσει τον τρόπο σκέψεώς του, τις απόψεις του και να αποκαλύψει την πνευματική του κατάσταση.
Μεταξύ πολλών απαντήσεων πού έδωσε ό ταπεινός μοναχός στον προεστώτα είπε και τα έξης:
- Κατά την καθημερινή προσφορά τού εαυτού μου στο θέλημα τού Θεού, τόσο προόδευσα στην υπακοή μου σ' Αυτόν, ώστε, αν από πριν γνώριζα ότι ό Θεός εξάπαντος προόριζε να με στείλει στην κόλαση, τότε εγώ δεν θα επιχειρούσα να κάνω τίποτε εναντίον Του.
Σού λέω ακόμη ότι, ακόμη κι αν ήταν δυνατόν σε μένα να αλλάξω αυτή τη θεία απόφαση λέγοντας ένα «Πάτερ ημών» -σού λέω αλήθεια-, δεν θα τολμούσα να το κάνω αυτό, άλλα ακόμη πιο έντονα θα προσευχόμουν στον Θεό, ώστε να ενεργήσει σε μένα σύμφωνα με το Πανάγιο θέλημά Του και να μού δωρίσει τη Χάρη Του πού θα με ενισχύει εις τους απέραντους αιώνες, για να μη σκέπτομαι ο,τιδήποτε αντίθετο στο άγιό Του θέλημα.
Μετά από παρατεταμένη σιωπή λέει, τέλος, ό ηγούμενος στο μοναχό:
- Πορεύου, περιπόθητε πάτερ, πορεύου και εκπλήρωσε φιλότιμα την υπόσχεση σου στον Θεό, όπως μου την εξέθεσες. Εσύ βρήκες τον ουρανό έξω από τον ουρανό. Να θυμάσαι ότι τέτοια χάρις δεν δωρίζεται από τον Θεό σε πολλούς. Δεν υπάρχουν πολλοί οι οποίοι δεν μπαίνουν ποτέ σε ανησυχία και δεν προσβάλλονται από οποιονδήποτε. Εκείνος μόνο είναι προστατευμένος στην ζωή του με ισχυρά και απόρθητα τείχη, όποιος πάντοτε και σε όλα, ό,τι κι αν συναντήσει στην ζωή του, συμφωνεί με το θέλημα του Θεού, δηλαδή δέχεται τα πάντα σαν να είναι σταλμένα από τον Θεό.
Άς γίνεται σε όλα το θέλημα τού Θεού. ΣΤΑΡΕΤΣ ΣΑΒΒΑΣ Ο ΠΑΡΗΓΟΡΗΤΗΣ, Ἐκδ. Ἄθως, Ἀθήνα 2010

Δευτέρα 14 Νοεμβρίου 2011

Η ΝΗΣΤΕΙΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ

1. Δεύτερη μακρά περίοδος νηστείας μετά τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή είναι η νηστεία των Χριστουγέννων, γνωστή στη γλώσσα του ορθοδόξου λαού μας και ως σαραντα(η)μερο. Περιλαμβάνει και αυτή σαράντα ημέρες, όμως δεν έχει την αυστηρότητα της νηστείας της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Αρχίζει την 15η Νοεμβρίου και λήγει την 24η Δεκεμβρίου [ η Μεγάλη Σαρακοστή είναι 40 μέρες ΧΩΡΙΣ τη Μεγάλη Εβδομάδα].
2. Η εορτή της κατα σάρκα γεννήσεως του Κυρίου μας Ιησού Χριστού αποτελεί τη δεύτερη μεγάλη Δεσποτική εορτή του χριστιανικού εορτολογίου [δεσποτικές εορτές = οι εορτές του Χριστού]. Μέχρι τα μέσα του 4ου αιώνα η Εκκλησία της Ανατολής εόρταζε τη γέννηση και τη βάπτιση του Χριστού, υπό το όνομα “τα Επιφάνεια”, την ίδια ήμερα, στις 6 Ιανουαρίου. Τα Χριστούγεννα ως ξεχωριστή εορτή, εορταζομένη στις 25 Δεκεμβρίου, εισήχθη στην Ανατολή από τη Δύση περί τα τέλη του 4ου αιώνα.
Ό άγιος Ιωάννης ό Χρυσόστομος, που πρώτος ομιλεί για την εορτή των Χριστουγέννων, την ονομάζει «μητρόπολιν πασών των εορτών» και μας πληροφορεί περί το 386 μ.Χ. ότι «ούπω δέκατον έστιν έτος, εξ ου δήλη και γνώριμος ημίν αύτη η ημέρα (της εορτής) γεγένηται».
Με τη διαίρεση της άλλοτε ενιαίας εορτής και την καθιέρωση των τριών ξεχωριστών εορτών, της Γεννήσεως την 25η Δεκεμβρίου, της Περιτομής την 1η και της Βαπτίσεως την 6η Ιανουαρίου, διαμορφώθηκε και το λεγόμενο Δωδεκαήμερον, δηλαδή το εόρτιο χρονικό διάστημα από τις 25 Δεκεμβρίου ως τις 6 Ιανουαρίου. Έτσι διασώθηκε κατά κάποιο τρόπο η αρχαία ενότητα των δύο μεγάλων εορτών της Γεννήσεως και της Βαπτίσεως του Κυρίου.
3. Ή μεγάλη σημασία που απέκτησε με την πάροδο του χρόνου στη συνείδηση της Εκκλησίας η νέα εορτή των Χριστουγέννων και η ευλάβεια των πιστών και ιδιαίτερα των μοναχών, απετέλεσαν τις προϋποθέσεις για την καθιέρωση και της προ των Χριστουγέννων νηστείας. Σ’ αυτό ασφαλώς επέδρασε και η διαμορφωμένη ήδη τεσσαρακονθήμερη νηστεία της Μεγάλης Τεσσαρακοστής που προηγείτο του Πάσχα.
Όπως η εορτή έτσι και η νηστεία, ως προετοιμασία για την υποδοχή των γενεθλίων του Σωτήρος, εμφανίστηκε αρχικά στη Δύση [που ήταν ακόμα ορθόδοξη], όπου η νηστεία αυτή ονομαζόταν Τεσσαρακοστή τον άγιου Μαρτίνου επειδή άρχιζε από την εορτή του άγιου τούτου της Δυτικής Εκκλησίας. Το ίδιο επανελήφθη και σ’ εμάς, όπου πολλοί τη νηστεία των Χριστουγέννων ονομάζουν του άγιου Φιλίππου επειδή προφανώς αρχίζει την επομένη της μνήμης του Αποστόλου.
Οι πρώτες ιστορικές μαρτυρίες, που έχουμε για τη νηστεία προ των Χριστουγέννων, ανάγονται για τη Δύση στον 5ο και για την Ανατολή στον 6ο αιώνα. Από τούς ανατολικούς συγγραφείς, σ’ αυτήν αναφέρονται ό Αναστάσιος Σιναιτης, ό πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Νικηφόρος ο Ομολογητής, ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης, καθώς επίσης και ο πατριάρχης Αντιοχείας Θεόδωρος Βάλσαμων.
4. Ή νηστεία στην αρχή, καθώς φαίνεται, ήταν μικρής διάρκειας. Ό Θεόδωρος Βαλσαμων, που γράφει περί τον 12ο αιώνα —και κατά συνέπεια μας πληροφορεί για τα όσα ίσχυαν στην εποχή του— σαφώς την ονομάζει «επταήμερον». Όμως υπό την επίδραση της νηστείας της Μεγάλης Τεσσαρακοστής επεκτάθηκε και αυτή σε σαράντα ήμερες, χωρίς εν τούτοις να προσλάβει την αυστηρότητα της πρώτης.
Πώς θα πρέπει να την νηστεύουμε; Καθ’ όλη τη διάρκεια του σαρανταημέρου δεν καταλύουμε [=δεν τρώμε] κρέας, γαλακτερά και αυγά. Αντίθετα, επιτρέπεται να καταλύουμε ψάρι όλες τις ήμερες — πλην, φυσικά, της Τετάρτης και της Παρασκευής— από την αρχή μέχρι και την 17η Δεκεμβρίου. Ψάρι καταλύουμε επίσης και κατά την εορτή των Εισοδίων της Θεοτόκου, οποιαδήποτε ημέρα κι αν πέσει.
Από την 18η μέχρι και την 24η Δεκεμβρίου, παραμονή της εορτής, επιτρέπεται η κατάλυση οίνου και ελαίου μόνο — εκτός, βέβαια, των ημερών Τετάρτης και Παρασκευής που θα παρεμβληθούν και κατά τις οποίες τηρούμε ανέλαιη νηστεία. Επίσης με ξηροφαγία θα πρέπει να νηστεύουμε την πρώτη ήμερα της νηστείας, 15η Νοεμβρίου, καθώς και την παραμονή της εορτής, έκτος βέβαια κι αν πέσουν Σάββατο η Κυριακή.
ΝΗΣΤΕΙΑ: ΑΠΟΧΗ ΑΠΟ ΠΑΣΗΣ ΑΜΑΡΤΙΑΣ
«Επίσης οφείλουμε να μην τηρούμε μόνο την τάξη της νηστείας που αφορά τις τροφές, αλλά να απέχουμε και από κάθε αμαρτία, έτσι ώστε, όπως νηστεύουμε ως προς την κοιλιά, να νηστεύουμε και ως προς τη γλώσσα, αποφεύγοντας την καταλαλιά, το ψέμα, την αργολογία, τη λοιδορία, την οργή και γενικά κάθε αμαρτία που διαπράττουμε μέσω της γλώσσας.
Επίσης χρειάζεται να νηστεύουμε ως προς τα μάτια. Να μη βλέπουμε μάταια πράγματα. Να μην αποκτούμε παρρησία διά μέσου των ματιών. Να μην περιεργαζόμαστε κάποιον με αναίδεια. Ακόμη θα πρέπει να εμποδίζουμε τα χέρια και τα πόδια από κάθε πονηρό πράγμα.
Με αυτό τον τρόπο νηστεύοντας μια νηστεία ευπρόσδεκτη στον Θεό, αποφεύγοντας κάθε είδους κακία που ενεργείται διά μέσου της καθεμιάς από τις αισθήσεις μας, θα πλησιάζουμε, όπως είπαμε, την άγια ήμερα της αναστάσεως αναγεννημένοι, καθαροί και άξιοι της μεταλήψεως των άγιων μυστηρίων». Άγιος ΔΩΡΟΘΕΟΣ ΓΑΖΗΣ (μεγάλος δάσκαλος της αγάπης, αλλά και του χριστιανικού αγώνα, που έζησε τον 6ο αιώνα μ.Χ.).
(Από το “Η νηστείαι της Εκκλησίας”, Αρχιμ. Συμεών Κούτσα, Εκδ. “Αποστολική Διακονία”, σελ. 88-92)

Παρασκευή 11 Νοεμβρίου 2011

Η δύναμη της πίστης και η αδυναμία της απιστίας

του Φώτη Κόντογλου
Οι άνθρωποι έχουν στην καρδιά τους μεγάλο φόβο μήπως απομείνουν απροστάτευτοι και φτωχοί στη ζωή τους, και για τούτο, ο νους κι' ο λογισμός τους είναι στο να μαζέψουν χρήματα ή ν' αποχτήσουν κτήματα κι' άλλα πλούτη, για να τα 'χουνε στην ανάγκη τους.
Και καλά για εκείνους που δεν πιστεύουν στον Θεό, και κρεμούνε την ελπίδα τους στα χρήματα και στ' άλλα πλούτη. Αλλά τί να πει κανένας για εκείνους πού λέγονται χριστιανοί, πού πάνε στην εκκλησία και παρακαλούνε τον Θεό να τούς βοηθήσει στη ζωή και πού λένε πώς έχουνε την ελπίδα τους στον Χριστό, στην Παναγία και στους Αγίους, κι' από την άλλη μεριά είναι φιλάργυροι, δεν δίνουνε τίποτα στ' αδέρφια τους, τούς φτωχούς, κι' ολοένα μαζεύουνε χρήματα και πλούτη;...
Στη ζωή μου είδα πώς οι τέτοιοι λεγόμενοι χριστιανοί είναι οι περισσότεροι, κι' απορεί κανένας πώς μπορούνε να συμβιβάσουν μία ζωή συμφεροντολογική, με τα λόγια του Χριστού, πού λέει και ξαναλέει: «Μη φροντίζετε για το τί θά φάτε και για το τί θά πιείτε και για το τί θά ντυθείτε. Κοιτάξετε τα πουλιά, μήτε κοπιάζουν, μήτε μαζεύουν, κι' όμως ο Πατέρας τους ο ουράνιος τά θρέφει. Κοιτάξετε μέ πόση μεγαλοπρέπεια είναι ντυμένα τά αγριολούλουδα, πού κι' ο ίδιος ο Σολομώντας δέν στολίσθηκε σάν αυτά τά τιποτένια λουλούδια. Λοιπόν, αν γιά τό χορτάρι του χωραφιού, πού σήμερα λουλουδίζει κι' αύριο τό καίουνε στόν φούρνο, φροντίζει ο Πατέρας σας πού είναι στόν ουρανό, πόσο περισσότερο θά φροντίσει γιά σας, ολιγόπιστοι;».
Αυτά είναι λόγια καθαρά, άπλά, σίγουρα, καί δείχνουν πώς πρέπει νά είναι η βάση καί τό θεμέλιο της διδασκαλίας του Χριστού. Γιατί πώς μπορεί νά έχει πίστη στόν Χριστό ένας άνθρωπος, καί μαζί νά είναι κολλημένος στά χρήματα καί στό συμφέρον, πολλές φορές μάλιστα περισσότερο κι’ από τους άθεους; Θα πει κανείς πως νομίζει πως θα ξεγελάσει τον Θεό. Αλλά «Θεός ου μυκτηρίζεται» δηλαδή, ο Θεός δεν περιπαίζεται.
Κι' όμως, η πονηρή γνώμη του ανθρώπου όλα μπορεί να τα συμβιβάσει: Νά είναι γαντζωμένος καλά στο χρήμα, δηλαδή στό διάβολο, που τον λέγει ο Χριστός Μαμωνά, θεό της φιλαργυρίας, καί τόν ίδιο καιρό νά παρουσιάζεται γιά χριστιανός, νά πηγαίνει στήν εκκλησιά, νά κάνει σταυρούς καί μετάνοιες, νά κλαίει πολλές φορές από τήν αγάπη του για τόν Χριστό, άλλά νά μήν μπορει να ξεγαντζωθεί από τά λεφτά κι' από τή μανία του παρά. Λογική δεν χωρά καθόλου σ’ αυτούς. Είναι ολότελα αναίσθητοι και πονηροί, κι' ό,τι κάνουν το κάνουν για να το έχουν δίπορτο, κι' ότι κερδίσουν. «Βάστα γερά», σου λέει, τα λεφτά, που είναι χειροπιαστά, άναβε και κανένα κερί, κάνε καί καμιά μετάνοια, γιά νά 'χεις το μέσο και και με τον Χριστό. Άν βγούνε αληθινά τά λόγια του για παράδεισο καί γιά κόλαση, έχουμε και από κει τη σιγουράτζα. Ότι και να γίνει, είναι κανένας κερδισμένος».
Ο Απόστολος ΙΙαύλος λέει: «Άν, ελπίζουμε στον Χριστό μοναχά για τούτη τη ζωή, είμαστε οι πιο ελεεινοί άνθρωποι». Γιατί οι ψευτοχριστιανοί παρακαλούνε τον Χριστό προπάντων για τις υποθέσεις τούτου του κόσμου, για τις δουλειές τους, για τη σωματική υγεία τους, για τα παιδιά τους, και μόλις σκοτεινιάσει η κατάσταση, αρχίζουν τα παράπονα γιατί ο Χριστός κι’ η Παναγία δεν τρέξανε να τους βοηθήσουν στις δουλειές τους, πολλές φορές σε τέτοιες δουλειές που είναι απάνθρωπες και που τους κάνουν να κακουργούν καταπάνω στ’ αδέλφια τους.
Ο Απόστολός Παύλος λέει πάλι αλλού: «να στερεώνετε την καρδιά σας με την ελπίδα στη χάρη του Θεού, κι’ όχι με φαγητά (δηλαδή με σαρκικά και υλικά πράγματα), που μ’ αυτά δεν ωφεληθήκανε όσοι αφιερώσανε τη ζωή τους σ’ αυτά, δηλαδή στο να μαζέψουν χρήματα, ξεγελώντας τον εαυτό τους πως μ’ αυτά εξασφαλίζονται». Γιατί «επελθών γαρ ο θάνατος, ταύτα πάντα εξηφάνισται».
Δεν υπάρχει κανένα πράγμα πιό σίγουρο από τήν ματαιότητα του κόσμου, κανένα. Όλη η ιστορία της ανθρωπότητας φανερώνει αυτή τήν απελπιστική ματαιότητα. Καί όμως, πόσοι άνθρωποι στόν κόσμο κάθισαν καί σκεφθήκανε πάνω σ' αυτό τό φανερότατο καί σιγουρότατο φαινόμενο, στή ματαιότητα, πού θά 'πρεπε ο κάθε άνθρωπος νά τό 'χει μέρα-νύχτα μπροστά του; Μά εμείς κάνουμε σάν τό καμηλοπούλι (στρουθοκάμηλο), πού χώνει τό κεφάλι του στόν άμμο γιά νά μή βλέπει τόν φονιά του, καί θαρρεί πώς κρύφτηκε από αυτόν.
Πόσο αξιολύπητοι σ' αυτό απάνω είναι οι σπουδαίοι άνθρωποι της γης! Ενώ βλέπουν καθαρά πως τό βάραθρο πού κατάπιε όλους τους σπουδαίους από καταβολής κόσμου, καί πώς τ' ανοιχτό στόμα του περιμένει νά τούς καταπιεί κι' αυτούς, εκείνοι δός του καί καταγίνονται μέ «μάταια καί ψευδή», μέ πολιτικές πονηριές, μέ πολέμους, μέ ψευτομεγαλεία παιδιακίσια, καί μέ ανοησίες, πού διαλαλώνται σ' όλη τήν οικουμένη. Ω ανοησία εκείνων πού τούς λέει ο κόσμος σοβαρούς, μυαλωμένους, τετραπέρατους, μεγαλοφυείς! Τί φτώχεια αληθινά από κρίση κι' από γνώση! Κι' από τέτοιους κυβερνιέται ο κόσμος. Ή οι άλλοι πού καταγίνονται μέ μανία στίς μάταιες φιλοσοφίες καί στίς τέχνες, καί τούς αποθεώνουν οι άλλοι, οι πολλοί πού δέν έχουν κουκούτσι κρίση, ενώ ξέρουν καλά πως δέν θά περάσει πολύς καιρός πού θά σβήσουν όλοι από τόν κόσμο!
Απόσπασμα από τό βιβλίο του Φώτη Κόντογλου, «Ασάλευτο Θεμέλιο», Εκδ. Ακρίτα

Τρίτη 8 Νοεμβρίου 2011

ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΗΝΑ


 

ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΗΝΑ ΤΟΥ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΥ           

Ὁ Ἅγιος Μηνᾶς γεννήθηκε στὴν Αἴγυπτο στὰ μέσα περίπου τοῦ 3ου αἰώνα μ.Χ. ἀπὸ γονεῖς εἰδωλολάτρες. Ὡστόσο, τὸ εἰδωλολατρικὸ περιβάλλον στὸ ὁποῖο μεγάλωνε, δὲν κατάφερε νὰ σκληρύνει τὴν καρδιά του ἡ ὁποία, ὅταν ἦλθε ἡ στιγμή, σκίρτησε ἀκούγοντας τὴν φωνὴ τοῦ «ἐτάζοντος καρδίας καὶ νεφρούς» (Ψλμ.7, 10) Θεοῦ καὶ ἔτσι ὁ ἔφηβος ἀκόμη, Μηνᾶς, ἔγινε χριστιανός.
Μεγαλώνοντας, ἐπέλεξε νὰ σταδιοδρομήσει στὸν Ρωμαϊκὸ στρατό, στὸ ἱππικὸ τάγμα τῶν Ρουταλικῶν, ὑπὸ τὴν διοίκηση τοῦ Ἀργυρίσκου. Ἡ ἕδρα τῆς μονάδας του ἦταν στὸ Κοτυάειον (σημερινὴ Κιουτάχεια) τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Ἐκεῖ ὁ Μηνὰς διακρίθηκε καὶ γιὰ τὴν φρόνησή του ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸ ἀνδρεῖο του φρόνημα καὶ γι’ αὐτὸ ἔχαιρε ἐκτιμήσεως στὸ κύκλο τῶν στρατιωτικῶν.
Δυστυχῶς ὅμως, τρεῖς αἰῶνες μετὰ τὴν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ καὶ ὁ παλαιὸς κόσμος ἀκόμη δὲν ἤθελε νὰ δεχθεῖ τὸ λυτρωτικὸ μήνυμα τῆς Ἀναστάσεως, παραμένοντας αὐτάρεσκα, ἐγωιστικὰ καὶ αὐτοκαταστροφικὰ προσκολλημένος στὴν φθορὰ καὶ τὸ σκοτάδι. Οἱ αὐτοκράτορες τῆς Ρώμης ἄρχισαν καὶ πάλι «πρὸς κέντρα λακτίζειν» (Πράξεις 26, 14). Ὁ Διοκλητιανὸς καὶ ὁ Μαξιμιανὸς διέταξαν διωγμὸ ἐναντίον τῶν λογικῶν προβάτων τοῦ Χριστοῦ, διωγμὸ ὁ ὁποῖος κράτησε ἀπὸ τὸ 303 ἕως τὸ 311 μ.Χ. Ἔτσι, οἱ Ρωμαῖοι στρατιῶτες διατάχθηκαν νὰ συλλαμβάνουν καὶ νὰ τυραννοῦν τοὺς χριστιανοὺς προσπαθώντας νὰ τοὺς κάνουν νὰ ἀλλαξοπιστήσουν. Αὐτὴ ἦταν καὶ ἡ πρώτη κρίσιμη στιγμὴ κατὰ τὴν ὁποία ὁ Μηνᾶς κλήθηκε νὰ πεῖ «τὸ μεγάλο ναὶ ἢ τὸ μεγάλο ὄχι». Ἡ πίστη του στὸν Χριστὸ νίκησε τὴν κοσμικὴ «σύνεση» καὶ λογική.
Ὁ Ἅγιος δὲν ἄντεξε, πέταξε στὴν γῆ τὴν στρατιωτική του ζώνη ἀπεκδυόμενος μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο τὴν ἰδιότητα τοῦ στρατιώτη – διώκτη τῶν χριστιανῶν, καὶ διέφυγε στὸ παρακείμενο ὄρος. Ἐκεῖ ἀσκήτευε, προτιμώντας τὴν συντροφιὰ τῶν θηρίων τῆς φύσης ἀπὸ τὴν συντροφιὰ τῶν ἀποθηριωμένων εἰδωλολατρῶν. Ἐκεῖ, «ἐν ἐρημίαις πλανώμενος καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς» (Ἑβρ. 11, 38), ἔζησε ἐπὶ ἀρκετὸ διάστημα μὲ νηστεία, ἀγρυπνία καὶ προσευχή. Ἡ ἀσκητικὴ ζωὴ καὶ ἡ ἡσυχία ἐθέρμαναν τὴν καρδιά του ἀνάβοντας τὸν θεῖο ἔρωτα καὶ τὸν πόθο τοῦ μαρτυρίου.
Ἔτσι, σὲ ἡλικία πενήντα περίπου ἐτῶν, μετὰ ἀπὸ θεία ἀποκάλυψη ὅτι εἶχε φτάσει ἡ ὥρα τοῦ μαρτυρίου, κατέβηκε στὴν πόλη, σὲ μέρα εἰδωλολατρικοῦ πανηγυριοῦ καὶ μὲ παρρησία, ἐν μέσῳ τῶν μαινομένων εἰδωλολατρῶν, ὁμολόγησε τὸν Χριστὸ ὡς τὸν ἕνα καὶ ἀληθινὸ Θεό, μυκτηρίζοντας τὰ κωφὰ καὶ ἀναίσθητα εἴδωλα. Συνελήφθη καὶ σύρθηκε δερόμενος μπροστὰ στὸν Πύρρο, τὸν διοικητὴ τῆς πόλεως. Ἐκεῖ, μιλώντας μὲ θάρρος, ἀποκάλυψε τὸ ὄνομά του, τὴν καταγωγή του, τὸ στρατιωτικό του παρελθὸν καί, φυσικά, διεκήρυξε μὲ τόλμη καὶ ἀταλάντευτη ἐπιμονὴ τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Ὁδηγήθηκε στὴν φυλακὴ καὶ τὸ πρωὶ τῆς ἑπομένης ἡμέρας, μετὰ τὸ πέρας τοῦ εἰδωλολατρικοῦ πανηγυριοῦ, τὸν παρουσίασαν καὶ πάλι ἐνώπιον τοῦ ἡγεμόνος ὁ ὁποῖος τὸν κατηγόρησε ὅτι ἐξύβρισε τοὺς θεοὺς καὶ μάλιστα μπροστά του καὶ ὅτι λιποτάκτησε ἀπὸ τὸν στρατό. Ὁ Ἅγιος ἀποδέχθηκε τὶς κατηγορίες χωρὶς δισταγμό.
Ὁ Πύρρος, εὐλαβούμενος στὴν ἀρχὴ τὴν ἡλικία καὶ τὴν εὐκοσμία του, προσπάθησε μὲ λόγια καὶ ὑποσχέσεις ἀλλὰ καὶ μὲ ἀπειλὲς στὴν συνέχεια, νὰ τὸν ἀποσπάσει ἀπὸ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ. Ὅταν οἱ προσπάθειές του προσέκρουσαν στὴν σταθερὴ ἄρνηση τοῦ Ἁγίου, διέταξε νὰ τὸν ὑποβάλουν σὲ ἀνυπόφορα βασανιστήρια. Οἱ δήμιοι τὸν μαστίγωσαν τόσο πολὺ ὥστε ἄλλαξαν δυὸ καὶ τρεῖς φορὲς οἱ μαστιγωτές του. Τὸν κρέμασαν καὶ τὸν ἔγδερναν μέχρι ποὺ ἄρχισαν νὰ φαίνονται τὰ ἐσωτερικὰ ὄργανα τοῦ Ἁγίου. Ἔπειτα, σὰν νὰ μὴν ἔφθαναν αὐτά, ἔτριβαν τὸ καταπληγωμένο τοῦ σῶμα μὲ τρίχινο ὕφασμα καὶ στὸ τέλος τὸν ἔσερναν γυμνὸ καὶ κατακρεουργημένο πάνω σὲ μεταλλικὰ ἀγκάθια. Ὅλα τὰ ὑπέμενε μὲ γενναιότητα καὶ καρτεροψυχία ὁ Μάρτυς τοῦ Χριστοῦ, ἐφαρμόζοντας τὸ Εὐαγγελικὸ «καὶ μὴ φοβηθῆτε ἀπὸ τῶν ἀποκτεννόντων τὸ σῶμα, τὴν δὲ ψυχὴν μὴ δυναμένων ἀποκτεῖναι» (Ματθαῖος 10, 28).
Μάλιστα, τὴν ὥρα τοῦ μαρτυρίου, κάποιοι παλιοὶ συστρατιῶτες του τὸν προέτρεπαν νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα λέγοντας ὅτι ὁ Θεός του θὰ τὸν δικαιολογήσει βλέποντας τὰ βασανιστήρια στὰ ὁποῖα τὸν ὑπέβαλλαν. Ὁ Ἅγιος ἀρνήθηκε ἀποφασιστικὰ καὶ τοὺς ἀπάντησε ὅτι προσφέρει θυσία ἀκόμη καὶ τὸν ἑαυτό του στὸν Χριστό, ὁ ὁποῖος τὸν ἐνδυναμώνει γιὰ νὰ ὑπομένει τὶς πληγές.
Ὁ ἡγεμόνας, θαυμάζοντας τὴν εὐστοχία καὶ τὴν σοφία τῶν ἀπαντήσεων τοῦ Μάρτυρα, τὸν ρώτησε ἀπορρημένος πὼς εἶναι δυνατὸν ἕνας τραχὺς στρατιώτης σὰν αὐτὸν νὰ μπορεῖ νὰ ἀπαντᾶ κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο. Καὶ ὁ Ἅγιος, μὲ τὴ φώτιση τοῦ Θεοῦ, τοῦ ἀποκρίθηκε ὅτι αὐτὴ τὴν ἱκανότητα τὴν χαρίζει στοὺς μάρτυρές του ὁ Χριστός, ὅπως ἔχει ὑποσχεθεῖ στὸ Εὐαγγέλιο: «ὅταν δὲ προσφέρωσιν ὑμᾶς ἐπὶ τὰς συναγωγὰς καὶ τὰς ἀρχὰς καὶ τὰς ἐξουσίας, μὴ μεριμνᾶτε πὼς ἢ τί ἀπολογήσησθε ἢ τί εἴπητε. Τὸ γὰρ Ἅγιον Πνεῦμα διδάξει ὑμᾶς ἐν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ ἃ δεῖ εἰπεῖν» (Λουκᾶ ιβ’ 11 – 12).
Τότε, ἀπελπισμένος ὁ τύραννος, διέταξε νὰ τὸν ἀποκεφαλίσουν. Βαδίζοντας πρὸς τὸν τόπο τῆς ἐκτέλεσης ὁ Ἅγιος πρόλαβε νὰ ζητήσει ἀπὸ κάποιους κρυπτοχριστιανοὺς νὰ μεταφέρουν τὸ λείψανό του στὴν Αἴγυπτο.
Ὁ ἀποκεφαλισμός του ἔγινε τὴν 11η Νοεμβρίου στὶς ἀρχὲς τοῦ 4ου αἰ. μ.Χ. καὶ ἔτσι ἡ ψυχή του πέταξε χαρούμενη πρὸς τὸν Σωτῆρα Χριστὸ τὸν ὁποῖο τόσο ἐπόθησε ὁ Ἅγιος καὶ γιὰ τὸν ὁποῖο θυσιάσθηκε. Οἱ δήμιοι ἄναψαν φωτιὰ γιὰ νὰ κάψουν τὸ σῶμα του.
Ὅτι κατάφεραν οἱ χριστιανοὶ νὰ περισώσουν ἀπὸ τὴν πυρὰ τὸ μετέφεραν στὴν Αἴγυπτο καὶ τὸ ἔθαψαν κοντὰ στὴν Μαρεώτιδα λίμνη, νοτιοδυτικὰ τῆς Ἀλεξάνδρειας.
Στὸ σημεῖο ἐκεῖνο σταμάτησε, κατὰ τὴν παράδοση, ἡ καμήλα ποὺ μετέφερε τὰ λείψανα ἀρνούμενη πεισματικὰ νὰ προχωρήσει. Ἔτσι οἱ χριστιανοὶ κατάλαβαν ὅτι ἦταν θέλημα Θεοῦ νὰ ἐνταφιασθοῦν ἐκεῖ τὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου.
Ἡ περιοχὴ τοῦ τάφου πολὺ σύντομα ἐξελίχθηκε σὲ προσκυνηματικὸ – λατρευτικὸ κέντρο.
Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος, ὅταν ἦταν Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, ἀνήγειρε ναὸ πάνω στὸν τάφο τοῦ Ἁγίου. Σὲ λίγα χρόνια δημιουργήθηκε ἐκεῖ ἐκτεταμένο κτιριακὸ συγκρότημα τὸ ὁποῖο περιελάμβανε δύο ναούς, μοναστῆρι, ξενῶνες καὶ ἄλλες ἐγκαταστάσεις.

ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΗΝΑ

Κάποιος χριστιανὸς ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη, ὁδεύοντας γιὰ τὸ πανηγύρι τοῦ Ἁγίου Μηνᾶ καὶ ἔχοντας μαζί του ἀρκετὰ χρήματα, κατέλυσε σὲ ἕνα ξενοδοχεῖο. Ὁ ξενοδόχος εἶδε τὰ ξένα χρήματα καί, κυριευμένος ἀπὸ ἀπληστία, σκότωσε τὸν προσκυνητή, τὸν διεμέλισε καὶ ἔβαλε τὰ κομμάτια  του σὲ μία σπυρίδα (ζεμπίλι). Ἐνῶ σκεφτόταν ποὺ νὰ θάψει τὰ μέλη τοῦ θύματός του γιὰ νὰ μὴν ἀποκαλυφθεῖ τὸ ἔγκλημα, καταφθάνει στὸ ξενοδοχεῖο ἕνας ἔφιππος στρατιώτης, ὁ Ἅγιος Μηνᾶς, καὶ τὸν ρωτάει ἐπίμονα ποὺ βρίσκεται ὁ προσκυνητής. Ὁ ξενοδόχος τὸν διαβεβαιώνει ὅτι δὲν γνωρίζει τίποτε ἀλλὰ ὁ Ἅγιος ξεπεζεύει, εἰσέρχεται στὰ ἐνδότερά του ξενώνα, βρίσκει τὴν σπυρίδα, τὴν φέρνει μπροστά του καὶ τὸν ρωτάει μὲ φοβερὸ καὶ ἄγριο βλέμμα νὰ τοῦ πεῖ ποιὸς εἶναι ὁ νεκρός.
Τότε ὁ φονιὰς ἔφριξε, πέφτοντας ἄφωνος καὶ τρέμων στὰ πόδια τοῦ ἄγνωστου ἱππέα. Ὁ Ἅγιος συνάρμοσε τὰ μέλη τοῦ θύματος, προσευχήθηκε καὶ ἀνέστησε τὸ νεκρὸ προσκυνητὴ παραγγέλνοντάς του νὰ δοξάζει τὸν Θεό. Ὁ ἀναστημένος, σὰν νὰ εἶχε ἐγερθεῖ ἀπὸ τὸν ὕπνο, κατάλαβε ὅσα ἔπαθε, ἐδόξασε τὸν Θεὸ καὶ προσκύνησε τὸν Ἅγιο.
Μόλις ὁ φονιὰς συνῆλθε ἀπὸ τὸν τρόμο του καὶ σηκώθηκε, τοῦ πῆρε ὁ Ἅγιος τὰ κλεμμένα χρήματα καὶ τὰ ἐπέστρεψε στὸν προσκυνητὴ λέγοντάς του νὰ συνεχίσει τὸν δρόμο του.
Ἔπειτα, γιὰ νὰ ὁλοκληρώσει τὴν εὐεργεσία τοῦ Θεοῦ, στράφηκε πρὸς τὸν ξενοδόχο, τὸν ἔδειρε ὅπως τοῦ ἄξιζε, τὸν ἐνουθέτησε, τοῦ ἔδωσε συγχώρηση γιὰ τὸ ἔγκλημά του προσευχόμενος γι’ αὐτόν, καβάλησε τὸ ἄλογό του καὶ ἔγινε ἄφαντος. Τότε μόνο κατάλαβε ὁ ξενοδόχος ὅτι ὁ στρατιώτης αὐτὸς ἦταν ὁ Ἅγιος Μηνᾶς, γεγονὸς ποὺ θυμίζει τὴν ἐμπειρία τῶν δυὸ Ἀποστόλων κατὰ τὴν πορεία τους πρὸς Ἐμμαούς, μὲ τὴν συντροφιὰ τοῦ ἀναστημένου Χριστοῦ. (Λουκᾶ κδ’ 31).
 
Κάποιος πλούσιος χριστιανὸς ἔταξε στὸν Ἅγιο Μηνᾶ νὰ προσφέρει ἕναν ἀσημένιο δίσκο στὸ ναό του. Παρήγγειλε λοιπὸν στὸν ἀργυροχόο δύο δίσκους καὶ τοῦ ζήτησε στὸν μὲν ἕνα νὰ γράψει τὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου στὸν δὲ ἄλλον τὸ ὄνομα τὸ δικό του. Ἐπειδὴ ὅμως ὁ δίσκος ὁ προορισμένος γιὰ τὸν Ἅγιο ἔγινε λαμπρότερος καὶ ὡραιότερος, ὁ χριστιανός, ἀπὸ ἀπληστία κινούμενος, δίχως νὰ ντραπεῖ τὸν κράτησε γιὰ τὸν ἑαυτό του.
Ταξιδεύοντας λοιπὸν στὴ θάλασσα, δείπνησε στὸ πλοῖο χρησιμοποιώντας ἀσυλλόγιστα καὶ χωρὶς εὐλάβεια τὸν δίσκο τοῦ Ἁγίου. Μετὰ τὸ δεῖπνο ὁ ὑπηρέτης τοῦ ἀνευλαβοῦς χριστιανοῦ προσπάθησε νὰ πλύνει τὸν δίσκο στὴ θάλασσα μὲ ἀποτέλεσμα νὰ τοῦ πέσει στὸ νερὸ καὶ νὰ βυθισθεῖ. Τότε ὁ νεαρὸς ὑπηρέτης φοβήθηκε  πολύ, σάστισε καί, προσπαθώντας νὰ πιάσει τὸν δίσκο, ἔπεσε καὶ αὐτὸς στὴ θάλασσα.
Ὅταν ὁ κύριός του ἀντελήφθη τὸ συμβάν, συναισθάνθηκε ὅτι πλήρωνε τὰ ἐπίχειρα τῆς ἀπληστίας του καὶ τυπτόμενος ἀπὸ τὴν συνείδησή του, παρακαλοῦσε τὸν Θεὸ νὰ βρεῖ ἔστω τὸ λείψανο τοῦ μικροῦ ὑπηρέτη του, τάζοντας νὰ δώσει στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Μηνᾶ καὶ τὸν δεύτερο δίσκο, καὶ τὰ χρήματα ποὺ ἄξιζε ὁ χαμένος στὴ θάλασσα δίσκος. Ἀφοῦ βγῆκε στὴ στεριὰ περίμενε μὲ ἀγωνία στὴν ἀκρογιαλιὰ μήπως καὶ ἐκβρασθεῖ τὸ πτῶμα τοῦ ὑπηρέτη. Καὶ ἐνῶ παρατηροῦσε τὴν θάλασσα, βλέπει τὸν μικρὸ νὰ βγαίνει ζωντανὸς ἀπὸ τὸ νερὸ κρατώντας στὰ χέρια του καὶ τὸν ἀσημένιο δίσκο τοῦ Ἁγίου!
Ὁ πλούσιος ἔφριξε ἀπὸ τὸ θαῦμα καὶ ἔβγαλε φωνὴ μεγάλη τὴν ὁποία ἀκούγοντας οἱ ἐπιβάτες τοῦ πλοίου βγῆκαν ὅλοι ἔξω καί, βλέποντας τὸ συμβάν, ρωτοῦσαν τὸν ὑπηρέτη, ποὺ τοὺς διηγήθηκε τὰ ἑξῆς: «Μόλις ἔπεσα στὴ θάλασσα, παρουσιάσθηκαν μπροστά μου τρεῖς ἄνθρωποι. Ὁ μεγαλύτερος  ἀπὸ αὐτοὺς φοροῦσε στρατιωτικὴ στολή, ὁ ἄλλος ἦταν νεαρὸς καὶ ὁ τρίτος ἦταν Διάκονος. Αὐτοὶ οἱ τρεῖς μὲ πῆραν μαζί τους ἀπὸ τὸν βυθὸ καὶ  περπατώντας χθὲς καὶ σήμερα, μὲ ἔφεραν μέχρι ἐδῶ».
Ὁ κύριος του παιδιοῦ καὶ οἱ ἐπιβάτες τοῦ πλοίου ἀκούγοντας τὸ ἐξαίσιο θαῦμα, ἐδόξαζαν τὸν Θεὸ καὶ ἐθαύμαζαν γιὰ τοὺς τρόπους ποὺ χρησιμοποιεῖ προκειμένου οἱ ἄνθρωποι  «εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθείν» (Β’ Τιμοθ. γ’ 7).
Οἱ τρεῖς ποὺ ἔσωσαν τὸν ὑπηρέτη ἦταν ὁ Ἅγιος Μηνᾶς (ὁ στρατιωτικός), ὁ Ἅγιος Βίκτωρ (ὁ νεαρός) καὶ ὁ Ἅγιος Βικέντιος (ὁ Διάκονος).
Οἱ δυὸ τελευταῖοι Ἅγιοι ἐμαρτύρησαν τὴν ἴδια ἡμέρα μὲ τὸν Ἅγιο Μηνᾶ. Τὸν 2ο αἰώνα μ.Χ. ὁ Ἅγιος Βίκτωρ γδάρθηκε ζωντανὸς ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες καὶ τὸν 3ο αἰώνα μ.Χ. ὁ Ἅγιος Βικέντιος πέθανε ἔπειτα ἀπὸ σταύρωση καὶ ἐξάρθρωση τῶν μελῶν στὴν ὁποία τὸν ὑπέβαλαν οἱ βασανιστές του. Τιμῶνται μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Μηνᾶ τὴν 11η  Νοεμβρίου.

Ἀκόμη ἕνα θαῦμα τοῦ Ἁγίου Μηνᾶ ἔλαβε χώρα τὸ 1826 στὸ Ἡράκλειο τῆς Κρήτης, πόλη στὴν ὁποία ἰδιαιτέρως τιμᾶται ὁ Ἅγιος. Τὸ 1821, μετὰ τὴν ἔκρηξη τῆς μεγάλης Ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης ἐναντίον τῶν Τούρκων, οἱ κατακτητὲς προχώρησαν σὲ σφαγὲς χιλιάδων ἀμάχων σὲ πολλὲς περιοχές. Ἀπὸ τοὺς πρώτους ποὺ πλήρωσαν μὲ τὸ αἷμά τους τὴν ἐπανάσταση ἦταν καὶ οἱ κάτοικοι τῆς Κρήτης. Μεταξὺ τῶν χιλιάδων θυμάτων ἦταν ὁ Μητροπολίτης Κρήτης, οἱ Ἐπίσκοποι Χανίων, Κνωσοῦ, Χερσοννήσου, Λάμπης, Σητείας κ.ἄ. οἱ ὁποῖοι ἐσφάγησαν, τὴν 24η Ἰουνίου 1821, στὸν περίβολο τοῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ τοῦ Ἡρακλείου. Μάλιστα ὁ ἱερουργῶν ἱερέας ἐσφάγη πάνω στὴν Ἁγία Τράπεζα!
Πέντε χρόνια ἀργότερα, τὸ 1826, οἱ Τοῦρκοι τοῦ Ἡρακλείου σχεδίαζαν νὰ προβοῦν σὲ σφαγὴ τῶν Χριστιανῶν, καὶ πάλι στὸν Μητροπολιτικὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Μηνᾶ, στὶς 18 Ἀπριλίου, ἡμέρα τοῦ Πάσχα, τὴν ὥρα τῆς Ἀναστάσιμης Θείας Λειτουργίας γιὰ νὰ πιάσουν τοὺς Χριστιανοὺς ἀπροετοίμαστους. Γιὰ ἀντιπερισπασμὸ ἔβαλαν φωτιὰ σὲ διάφορα  ἀπομακρυσμένα σημεῖα τῆς πόλης, ἐνῶ ὁπλισμένα στίφη εἶχαν συγκεντρωθεῖ ἔξω ἀπὸ τὸ ναό, περιμένοντας τὴν ὥρα τῆς ἀναγνώσεως τοῦ Εὐαγγελίου γιὰ νὰ εἰσβάλουν καὶ νὰ ἀρχίσουν τὴν σφαγή.
Μόλις ὅμως ἄρχισε ἡ ἀνάγνωση ἐμφανίσθηκε ἕνας ἀσπρομάλλης ἡλικιωμένος ἱππέας ποὺ ἔτρεχε γύρω ἀπὸ τὸ ναὸ κραδαίνοντας τὸ ξίφος του καὶ κυνηγώντας τοὺς ἐπίδοξους σφαγεῖς οἱ ὁποῖοι τράπηκαν πανικόβλητοι σὲ φυγή. Ἔτσι σώθηκαν οἱ πολύπαθοι Χριστιανοὶ τοῦ Ἡρακλείου ἀπὸ τὸν φοβερὸ κίνδυνο.
Οἱ Τοῦρκοι νόμισαν ὅτι ὁ καβαλάρης ἦταν μουσουλμάνος πρόκριτος ἀπεσταλμένος ἀπὸ τὸν Διοικητὴ τῆς πόλης γιὰ νὰ ματαιώσει τὴν σφαγή. Ὅταν διαμαρτυρήθηκαν στὸν Διοικητή, αὐτὸς τοὺς διαβεβαίωσε ὅτι δὲν γνώριζε τίποτε καὶ μάλιστα διαπιστώθηκε ὅτι ὁ συγκεκριμένος πρόκριτος δὲν εἶχε βγεῖ καθόλου ἀπὸ τὸ σπίτι του. 
Κατάλαβαν τότε οἱ Τοῦρκοι ὅτι ἐπρόκειτο γιὰ θαῦμα τοῦ Ἁγίου Μηνᾶ, κοινοποίησαν τὸ γεγονὸς στοὺς Ἕλληνες καὶ ἀπὸ τότε οἱ Μουσουλμάνοι ηὐλαβοῦντο πολὺ τὸν Ἅγιο, προσφέροντας μάλιστα καὶ δῶρα στὸ ναό του. Τὸ θαῦμα αὐτὸ τοὺ  Ἁγίου Μηνᾶ καθιερώθηκε νὰ τιμᾶται στὸ Ἡράκλειο τὴν Τρίτη της Διακαινησίμου, ὁπότε καὶ ἐκτίθεται σὲ προσκύνηση, κατὰ τὸν ἑσπερινό, λείψανο τοῦ Ἁγίου.

«Μεταξὺ τῶν ἀδικημένων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι καὶ ὁ Ὁσιώτατος πατὴρ Γεώργιος, ὁ Χατζή – Γεώργης, ὁ ὁποῖος εἶναι ἕνας σύγχρονος Ἅγιος  τῆς ἐποχῆς μας, ἀλλά, μποροῦμε νὰ ποῦμε, καὶ μεγάλος Ἅγιος, ἀνάλογα μὲ τὴν ἐποχή μας», γράφει ὁ Γέρων Παϊσιος ὁ Ἁγιορείτης.
Ὁ Γέρων Χατζή – Γεώργης (1809 – 1886), «ὁ μέγας καὶ περιβόητος ἀσκητής», ἀσκήτευσε στὸ Ἅγιον Ὄρος ἐπὶ μακρὸ χρονικὸ διάστημα. Ἐπὶ ἀρκετὰ χρόνια ἔμενε στὴν Κερασιά, στὸ μεγάλο Κελὶ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου καὶ Ἁγίου Μηνᾶ, ὡς ὑποτακτικός του Πάπα – Νεόφυτου στὴν ἀρχὴ καὶ ὡς Γέρων τῆς Συνοδείας ἀπὸ τὸ 1848 καὶ ἔπειτα. «Κάποτε, ἐνῶ ὁ Γέροντας ἠσχολεῖτο μὲ τὸ ἐργόχειρο, κατὰ λάθος κατάπιε μεγάλη βελόνα καὶ προσευχήθηκε πρὸς τὸν μεγαλομάρτυρα Μηνᾶ.
Στάθηκε τότε ὁ Ἅγιος ἐνώπιόν του, ἔβαλε τὸ χέρι στὸν λαιμό του καὶ ἔβγαλε τὴν βελόνα».

Τὸ 1942, κατὰ τὸν Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οἱ ὑπὸ τὸν Ρόμμελ δυνάμεις τοῦ Ἄξονα στὴν Ἀφρικὴ εἶχαν καταφέρει νὰ προελάσουν τόσο ὥστε νὰ εἶναι ὁρατὸς ὁ κίνδυνος νὰ φθάσουν στὴν Διώρυγα τοῦ Σουέζ. Στὴν περιοχὴ τοῦ Ἐλ Ἀλαμέϊν  (ἀραβικὴ παραφθορὰ τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἁγίου Μηνᾶ), ὅπου βρίσκονταν τὰ ἐρείπια ναοῦ τοῦ Ἁγίου Μηνᾶ καὶ ἴσως καὶ ὁ τάφος του, οἱ ἀντίπαλες δυνάμεις προετοιμάζονταν γιὰ τὴν ἀποφασιστικὴ σύγκρουση ἡ ὁποία θὰ ἔκρινε τὸ ἂν οἱ σύμμαχοι θὰ κατάφερναν νὰ παραμείνουν στὴν Ἀφρική.
Μεταξὺ τῶν συμμαχικῶν στρατευμάτων βρισκόταν καὶ ἑλληνικὴ στρατιωτικὴ δύναμη, ἡ ὁποία πῆρε μέρος στὴ μάχη. Ἕνα ἀπὸ τὰ βράδια ἐκεῖνα, πολλοὶ στρατιῶτες εἶδαν τὸν Ἅγιο Μηνᾶ νὰ βγαίνει ἀπὸ τὰ ἐρείπια τοῦ ναοῦ του ὁδηγώντας  ἕνα καραβάνι μὲ καμῆλες, ὅπως ἀπεικονίζεται σὲ μία ἀπὸ τὶς παλαιὲς ἁγιογραφίες τοῦ ναοῦ του, καὶ νὰ μπαίνει μέσα στὸ στρατόπεδο τῶν ἐχθρικῶν δυνάμεων.
Ἡ ἐμφάνιση αὐτὴ κατατρόμαξε τοὺς Γερμανοὺς καὶ ὑπονόμευσε καίρια τὸ ἠθικό τους, πράγμα ποὺ συνέβαλε καθοριστικὰ στὴ νίκη τῶν συμμαχικῶν δυνάμεων.
Σὲ ἀνταπόδοση τῆς εὐεργεσίας αὐτῆς τοῦ Ἁγίου παραχωρήθηκε στὸ Πατριαρχεῖο Ἀλεξανδρείας ὁ τόπος ἐκεῖνος καὶ ξανακτίσθηκε ὁ ναὸς καθὼς καὶ μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Μηνᾶ.





Δευτέρα 7 Νοεμβρίου 2011

Με την ευκαιρία της γιορτής των Αγγέλων...

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΑΓΓΕΛΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΔΑΙΜΟΝΩΝ
Η φύση των πνευμάτων, αν και άυλη και ασώματη, δεν παύει να είναι τρεπτή και αλλοιωτή. Αναλλοίωτη και άτρεπτη είναι μόνο η φύση του Θεού, που είναι το απόλυτο πνεύμα. Σε σύγκριση με αυτή, η φύση των αγγέλων είναι σχετικά άυλη. Κατά την αντίληψη ορισμένων, αυτή περιβάλλεται από ένα λεπτό, αδιόρατο και αιθέριο σώμα, χωρίς καμιά σχέση βέβαια με την υλικότητα των φυσικών κτισμάτων.
    Στην ηθική και πνευματική σφαίρα την τρεπτότητα των πνευμάτων προσδιορίζει η ελευθέρη βούλησή τους. Όταν πλάστηκαν, είχαν τη δυνατότητα να μένουν ή να μη μένουν κοντά στο Θεό. Ήσαν ελεύθερα να εμμένουν την πιστότητά τους στο αγγελικό τους αξίωμα ή να μην την τηρούν. Απ’ αυτό προήλθε η κατοπινή τους διάκριση σε αγγέλους αγαθούς και δαίμονες, δηλαδή σε πνεύματα αγαθά και πονηρά.
    Η διάκρισή τους αυτή έπρεπε να περάσει από μια πορεία ηθικής δοκιμασίας, χωρίς βέβαια να δοθεί σ’ αυτούς από το Θεό η τήρηση μιας συγκεκριμένης εντολής, όπως δόθηκε στον άνθρωπο. Η ηθική κίνηση του πνεύματος βρισκόταν μέσα στη φύση του, εξαρτώμενη από την ελεύθερη τοποθέτηση και την κίνηση της βουλήσεώς του. Και μέρος μεν των πνευμάτων —ίσως το μεγαλύτερο— κάνοντας καλή χρήση της ηθικής ελευθερίας του και μένοντας πιστά στο λόγο της υπάρξεώς του, στο τέλος παγιώθηκαν στο αγαθό, και εισήλθαν στο στάδιο της μακαρίας δόξης του Θεού, χωρίς να υπάρχει στο έξης το ενδεχόμενο εκπτώσεώς τους από το αγαθό. Οι άγγελοι δεν έχουν τη δυνατότητα να αμαρτήσουν, την οποία είχαν φυσικά μέχρι της σταθεροποιήσεώς τους στο θέλημα του Θεού. Είναι άτρεπτοι και αμετακίνητοι προς την κακία. Σε αντίθεση με αυτούς, ένα μέρος των πνευμάτων —μικρότερο πιθανότατα εκείνων, οπωσδήποτε όμως μεγαλύτερο του συνολικού αριθμού των ανθρώπων— ακολούθησε άλλη πορεία. Αυτοπροαίρετα αποσκίρτησαν από το αγαθό, αποστάτησαν από τον δημιουργό τους και πρόδωσαν το αγγελικό τους αξίωμα. Έτσι η πεσμένη φύση τους παγιώθηκε στο κακό, χωρίς να έχουν καμιά άλλη δυνατότητα εξελίξεως. Ο Εωσφόρος (ο πρώτος άγγελος, ο φορέας του φωτός της δόξης του Θεού) και η σκοτεινή δορυφορία του ταυτίστηκαν οριστικά με την κόλαση, στην αντιθετική τους διαπάλη με τη βασιλεία του Θεού, τη χώρα των αγαθών πνευμάτων.
     Φυσικά ο τρόπος με τον οποίο έγιναν όλα αυτά, είναι κάτι που διαφεύγει την ιστορική μας πείρα και αντίληψη. Είναι κάτι στο οποίο πιστεύουμε σαν φανερωμένο από το Θεό. Είναι λόγος πίστεως και όχι φυσικής πείρας και ιστορικής μαθήσεως.
    Η ζωή των αγγέλων και των δαιμόνων είναι ζωή άυλη και πνευματική, όπως άυλη και πνευματική είναι και η φύση τους. Φυσικά κάτι τέτοιο εμείς, που ζούμε την υλικοπνευματική φύση μας στο χώρο και το χρόνο, δεν μπορούμε να κατανοήσουμε. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει, ότι η φύση των πνευμάτων καλύπτει το χώρο και το χρόνο, ή ότι βρίσκεται έξω και πέρα από κάθε έννοια και κατηγορία χωροχρονική. Αυτό μόνο στο Θεό συμβαίνει, που είναι απόλυτο πνεύμα, βρίσκεται σε όλα και συγχρόνως υπέρκειται όλων. Τα πνεύματα άλλωστε είναι όντα κτιστά και πεπερασμένα και, ως τέτοια, δεν μπορούν να έχουν τις ιδιότητες τού Θεού. Να λέγαμε, ότι ζουν σε ένα ιδιαίτερο «μυστηριακό» τόπο και χρόνο; Πιθανόν. Φυσικά στις κινήσεις τους, που είναι ταχύτατες και αστραπιαίες, τα πνεύματα δεν εμποδίζονται από τη χρονική στιγμή και την παχύτητα των υλικών σωμάτων.
    Η ζωή των αγαθών πνευμάτων εξελίσσεται με ηρεμία και γαλήνη στη φωτεινή ακτίνα της θείας ενέργειας. Είναι πλήρως αφιερωμένα στο Θεό. Είναι λειτουργικά πνεύματα, τα οποία διακονούν τους σκοπούς της θείας Βασιλείας. Εξαγγέλλουν στους ανθρώπους τις βουλές του Θεού (γι’ αυτό και άγγελοι) εκτελούν το θέλημά του, φυλάσσουν και προστατεύουν τους ανθρώπους, ιδιαίτερα τους πιστούς, από κάθε επιβουλή του εχθρού και κάθε λογής κινδύνους, και τους ενισχύουν στη διάπραξη του αγαθού και της αρετής. Ως δορυφορία πνευματική του Θεού, ως υπηρέτες του «Παμβασιλέως της δόξης» και λειτουργοί της θείας βασιλείας, παράλληλα με το διακονικό έργο τους, απευθύνουν διαρκή αίνο και ανύμνηση στο όνομα του παντοκράτορος Θεού, δοξολογώντας ακατάπαυστα τη θεία του μεγαλειότητα. Ποιά να είναι άραγε η φύση της απόκοσμης «μυστηριακής» εκείνης αρμονίας, που βγαίνει από τα φλογισμένα χείλη αναρίθμητων αγγελικών φύσεων και δονεί τα άυλα σώματα της θείας Βασιλείας; Πόσο θελξικάρδιος ο ήχος των εορταζόντων το κράτος της θείας παναρχίας, το μέλος το γλυκύ και παναρμόνιο, το οποίο θα επιτείνει και η χαρά των σωσμένων ανθρώπων στο φωτεινό χώρο του Θεού;
     Οι άγγελοι, ως όντα πνευματικά και ασώματα, είναι ελεύθερα από κάθε υλικό συσχετισμό. Δεν έχουν ανάγκη τροφής για να συντηρηθούν. Δεν έχουν ανάγκη αναπαραγωγής του είδους τους, ούτε πάλι πολλαπλασιάζονται -αν και αυτό ελέχθη- κατά ένα τρόπο μυστηριώδη και άρρητο. Πλάστηκαν «εφ’ άπαξ» από το Θεό. Δεν ασθενούν ούτε πεθαίνουν. Δεν κουράζονται στην άσκηση του λειτουργικού και δοξολογικού έργου τους. Ούτε, αντίθετα, αισθάνονται ανία και κόρο, από τη δήθεν μονοτονία της ζωής τους. Αυτά ισχύουν μονάχα για τη ζωή των ανθρώπων, που εξελίσσονται στον τόπο και το χρόνο και υφίστανται μεταβολές και μεταπτώσεις στη ζωή τους, και όχι για τα άυλα πνεύματα του Θεού.
     Η ζωή όμως των δαιμονικών φύσεων είναι εντελώς αντίθετη από τη ζωή των αγαθών πνευμάτων. Ούτε και το ασήμαντο ίχνος θείας ενέργειας δεν υπάρχει στη φύση τους. Ούτε και η παραμικρότερη λάμψη στο αβυσσώδες έρεβος της σκοτεινιασμένης ουσίας τους. Είναι πλάσματα πωρωμένα και αναίσθητα. Είναι ντυμένα στο πυκνό ηθικό σκοτάδι, όπως κατάντησαν μετά την αποστασία τους. Τόση είναι η κακομορφία και τόση η κακοσμία της ηθικής τους σήψεως, ώστε να μη μπορεί να τις αντικρύσει γυμνές το κτιστό πλάσμα και να ζήσει. Ένα απύθμενο μίσος σαλεύει την αγριεμένη φύση τους ενάντια στο Θεό και τα κτίσματά του. Μισούν θανάσιμα τη δημιουργία και ιδιαίτερα τον άνθρωπο, του οποίου ζηλεύουν τα υψηλά προνόμια και τη δόξα του. Σπείρουν παντού τον όλεθρο και την καταστροφή. Η ιδιαίτερη χαρά τους είναι να βασανίζουν τον άνθρωπο και να τον απομακρύνουν μακριά από το Θεό, κατά το δικό τους αποτρόπαιο πρότυπο. Αυτό εννοείται κάνουν πάντοτε με την ανοχή του Θεού. Αν και η δύναμή τους, ως σκοτεινή συμπυκνωμένη ενέργεια, είναι τόση, ώστε εν ριπή οφθαλμού να καταστρέψει ολόκληρο το σύμπαν, όμως δεν έχουν εξουσία να κάνουν αυτοπροαίρετα εκείνο που θέλουν. Η δύναμή τους είναι πάντοτε ελεγχόμενη. Κάνουν τόσο, όσο τους επιτρέπει το σχέδιο της πρόνοιας του Θεού για τον κόσμο και τον άνθρωπο. Απόλυτη εξουσία θα έχουν μόνο στη κόλαση, που θα είναι ο αιώνιος φυσικός βιότοπος της σκοτεινής τους υποστάσεως στον οποίο, βασανιζόμενοι πρώτα αυτοί, θα βασανίζουν στη συνέχεια με όλη την φρικαλεότητα του κολασμένου πάθους τους και σε βαθμό υπέρτατο και ασυγκράτητο το μακάβριο περιεχόμενο της εγκληματικής βουλιμίας τους, τα κολασμένα πλάσματα!
    Μια κάποια αίσθηση της κακότητας αυτής των δαιμονικών φύσεων —τηρουμένων φυσικά των αναλογιών— έχουμε εδώ στη γη την περίπτωση των δαιμονισμένων ανθρώπων!  Ο διάβολος (ένας ή πολλοί) μπαίνουν μέσα στο πλάσμα και κυριαρχούν στο σώμα και το πνεύμα του. Του αφαιρούν την προσωπικότητά του και στη θέση της τοποθετούν το δικό τους εγώ. Κυριαρχούν στο άθλιο πλάσμα, το δυναστεύουν και το βασανίζουν. Πολλές φορές προσπαθούν να το οδηγήσουν στο θάνατο. Πώς επιτρέπει άραγε αυτό ο Θεός; Κανένας δεν γνωρίζει. Φρίττουμε από φόβο μπροστά στο φαινόμενο, αγνοούντες το βαθύτερο λόγο της ανεξιχνίαστης θείας βουλής. Φυσικά πολλοί από τους δαιμονιζόμενους γίνονται καλά, πράγμα που κατά έναν τρόπο εκφράζει την κρύφια παιδαγωγία του Θεού. Πάντως το φαινόμενο είναι μια μικρή πικρή πρόγευση του τί μέλλει να συμβεί στο μελλοντικό τόπο της βασάνου. Κόλαση προ της κολάσεως!

(Α. Θεοδώρου, Ομοτ. Καθηγητού Παν/μίου Αθηνών, «Απαντήσεις σε ερωτήματα δογματικά», εκδ. Απ. Διακονία, σ.51-65)